Κυκλοφόρησε το βιβλίο "Η Γλυπτική στη Βενετική Κρήτη (1211-1669)" με επιμέλεια της Μαρίας Βακονδίου και της Όλγας Γκράτζιου
Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης το βιβλίο Η Γλυπτική στη Βενετική Κρήτη (1211-1669), Α΄ τόμος Μελέτες, Β΄ τόμος Lapidarium, με επιμέλεια της Μαρίας Βακονδίου και της Όλγας Γκράτζιου. Η έκδοση προήλθε από το ερευνητικό πρόγραμμα «Η δυτική τέχνη στην Κρήτη» του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας.
Το συλλογικό αυτό έργο, καρπός συνεργασίας του ΙΜΣ με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων της Κρήτης και την Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, αποτελεί την πρώτη συστηματική μελέτη των έργων γλυπτικής της βενετικής περιόδου που σώζονται στην Κρήτη. Σε δύο τόμους, σε συνολικά 584 σελίδες, με 800 και πλέον φωτογραφίες, σχέδια και χάρτες, και με κείμενα μιας πλειάδας συνεργατών, τεκμηριώνονται γλυπτά που φυλάσσονται σε μουσεία και αρχαιολογικές συλλογές ή βρίσκονται ακόμη στην αρχική τους θέση στις πόλεις και την ύπαιθρο του νησιού.
Οι δύο τόμοι του βιβλίου, διαφορετικοί στη δομή τους, αντικατοπτρίζουν τις διαδρομές που απαίτησε η έρευνα ενός παραγνωρισμένου υλικού το οποίο έφτασε ώς τις μέρες μας με μεγάλες απώλειες και φθορές. Στον πρώτο τόμο, μετά την εισαγωγή για το ιστορικό της έρευνας, ακολουθούν μελέτες που, ταξινομημένες σε τρεις ενότητες, επιχειρούν να ανιχνεύσουν τις περιπέτειες των βενετικών μνημείων στην Κρήτη και να διαφωτίσουν την αποσπασματικότητα των σωζόμενων έργων γλυπτικής, να παρουσιάσουν μεγάλες κατηγορίες γλυπτών που διατηρούνται κατά χώραν και τις ιδιαιτερότητές τους και τελικά να αναδείξουν την καλλιτεχνική και ιστορική σημασία της τέχνης αυτής. Κάθε ενότητα συμπληρώνεται με αντίστοιχο υλικό τεκμηρίωσης. Ο δεύτερος τόμος τιτλοφορείται Lapidarium, από τον λατινικό όρο που δηλώνει τη συλλογή λίθινων τεχνέργων τα οποία, αποσπασμένα από την αρχική τους θέση, έχουν χάσει τη χρήση και τη σημασία που είχαν άλλοτε. Αυτή η έννοια του όρου εκφράζει με ακρίβεια τον χαρακτήρα των 376 μουσειακών γλυπτών που καταλογογραφούνται στον τόμο και συγχρόνως αποτυπώνει τη συστέγαση έργων που είναι διασκορπισμένα σε διάφορα μουσεία της Κρήτης σε ένα έντυπο «φανταστικό μουσείο».